ἐπικήδεια

ἐπικήδεια
ἐπικήδειος
of
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἐπικηδείαν — ἐπικηδείᾱν , ἐπικηδεία funeral fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επικήδειες τελετές — Παροδικές τελετές, που διαρθρώνονται σε τρεις φάσεις: στην απόσπαση από την προηγούμενη κατάσταση, μια περίοδο στο περιθώριο και στην ένταξη στη νέα κατάσταση. Στη φάση της απόσπασης, ο νεκρός προπέμπεται με τύπους και προσευχές, και συχνά… …   Dictionary of Greek

  • Τανάγρα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 230 μ.), στην πρώην επαρχία Θηβών, του νομού Βοιωτίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της επαρχίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (28 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και ένας μεγαλύτερος οικισμός, η Παναγία (υψόμ. 155 μ.). Η …   Dictionary of Greek

  • επιτάφιος — Ιερό χριστιανικό άμφιο από πολύτιμο ύφασμα. Είναι ορθογώνιο και πάνω σε αυτό είναι κεντημένη η εικόνα του Ιησού στον τάφο και γύρω η Θεοτόκος, ο Ιωάννης, οι μυροφόρες και άγγελοι που θρηνούν. Προέρχεται από ένα ιερό άμφιο του 12ου αι., τον αέρα.… …   Dictionary of Greek

  • καθαγισμός — καθαγισμός, ὁ (Α) [καθαγίζω] 1. καθιέρωση, αφιέρωση προσφορών σε νεκρούς 2. συνεκδ. επικήδεια τελετή («τὰ μὲν γὰρ ἐπὶ τῶν καθαγισμῶν... ὁρᾱτε», Λουκιαν.) …   Dictionary of Greek

  • νέκυια — η (Α νέκυια και νεκύα) 1. μαγική τελετή που αποσκοπούσε στην πρόσκληση τού πνεύματος κάποιου νεκρού από τον Άδη για να μαντεύσει για το μέλλον («μάγων τοὺς ἀρίστους ζητήσαντι νεκυίᾳ τε χρησαμένῳ μαθεῑν περὶ τοῡ τέλους τοῡ βίου αὐτοῡ», Ηρωδιαν.) 2 …   Dictionary of Greek

  • προπέμπω — ΝΜΑ 1. συνοδεύω τιμητικά ώς ένα σημείο κάποιον που φεύγει, κατευοδώνω, ξεπροβοδώ (α. «μέλη τής κυβερνήσεως θα προπέμψουν ώς το αεροδρόμιο τον επίσημο ξένο» β. «προπέμπετε τοῡτον μέλεσιν καὶ μολπαῑσιν κελαδοῡντες», Αριστοφ. γ. «προπέμπουσι… …   Dictionary of Greek

  • τανάγρα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 230 μ.), στην πρώην επαρχία Θηβών, του νομού Βοιωτίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της επαρχίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (28 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και ένας μεγαλύτερος οικισμός, η Παναγία (υψόμ. 155 μ.). Η …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Ιωάννης — I (Juan).Όνομα δύο βασιλιάδων της Αραγονίας. 1. I. A’ (1350 – 1395). Βασιλιάς της Αραγονίας (1387 95). Ήταν γιος του Πέτρου Δ’, που άφησε τη διακυβέρνηση του κράτους του στη σύζυγό του, Γιολάνδη. Ο Ι. Α’ προστάτευσε τις τέχνες και τα γράμματα,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”